Με διαδικασίες-εξπρές και µε ό,τι κινδύνους αυτές εγκυµονούν επιχειρεί η κυβέρνηση να εξευµενίσει τις πιέσεις της τρόικας να «ξεκολλήσουν» οι διαδικασίες των αποκρατικοποιήσεων και να προχωρήσει επιτέλους το πρόγραµµα αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας.
Απόδειξη αυτής της επικίνδυνης διαδικασίας αποτελεί η περίπτωση της ΕΥΔΑΠ, για την οποία το αρµόδιο υπουργείο θα προσλάβει σύντοµα σύµβουλο ιδιωτικοποίησης, προδιαγράφοντας όµως από πριν το σχέδιο που κάποιοι προωθούν. Σχέδιο που έρχεται σε αντίθεση τόσο µε το δηµόσιο συµφέρον όσο και µε τα συµφέροντα των ιδιωτών–µετόχων της δηµόσιας επιχείρησης που είναι εκτός από το Δηµόσιο, η Αγροτική Τράπεζα, Νοµικά Πρόσωπα και το ευρύ επενδυτικό κοινό.Πρόκειται για καίρια ζητήµατα που δηµιουργούν προβλήµατα στην υλοποίηση της ιδιωτικοποίησης της τεράστιας επιχείρησης και που «ναρκοθετούν» συνολικά το πρόγραµµα αποκρατικοποιήσεων ύψους 50 δισ. ευρώ µέχρι το 2015 που ανακοινώθηκε την προηγούµενη εβδοµάδα από την κυβέρνηση.
Στην περίπτωση της ΕΥΔΑΠ, το κυβερνητικό σχέδιο κάνει λόγο για πώληση ποσοστού 27% και ανάθεση του management της εταιρείας σε στρατηγικό επενδυτή εντός του γ' τριµήνου του 2012. Σύντοµα θα προσληφθεί σύµβουλος για τη συγκεκριµένη ιδιωτικοποίηση, ωστόσο αξιοσηµείωτο είναι το γεγονός ότι το οικονοµικό επιτελείο της κυβέρνησης ουδέποτε συζήτησε το θέµα µε τη διοίκηση της εταιρείας ύδρευσης ούτε ζητήθηκε η γνώµη της.
Επιπλέον, η απόφαση της κυβέρνησης να συµπεριλάβει στο «πακέτο» αποκρατικοποιήσεων και την ΕΥΔΑΠ –ενδεχοµένως λόγω της ασφυκτικής πίεσης από την τρόικα, καθώς δεν είχε εκδηλωθεί κάποια πρόθεση στο παρελθόν πέραν κάποιων δηλώσεων περί πώλησης ποσοστού 10%– δεν… ξάφνιασε µόνο τη διοίκηση και τους εργαζοµένους της εταιρείας, αλλά και τους µεγαλοµετόχους της, οι οποίοι φοβούνται για… απαξίωση της επένδυσής τους και «ξεπούληµα» έναντι… πινακίου φακής.
Τα θέµατα που πρέπει να ξεκαθαριστούν πριν ξεκινήσει µια διαδικασία ιδιωτικοποίησης της εταιρείες είναι αρκετά και… δισεπίλυτα. Για παράδειγµα, η σηµερινή κεφαλαιοποίηση της ΕΥΔΑΠ στο Χρηµατιστήριο Αθηνών είναι χαµηλότερη των 550 εκατ. ευρώ, παρότι η πραγµατική αξία της εταιρείας εκτιµάται από 1,5 δισ. µέχρι 2 δισ. ευρώ µε βάση την αποτίµηση των παγίων.
Παράλληλα θα πρέπει να σηµειώσουµε ότι οι απαιτήσεις της εταιρείας ύδρευσης από το Ελληνικό Δηµόσιο και τους ΟΤΑ αγγίζουν σήµερα τα 500 εκατ. ευρώ.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει ο διευθύνων σύµβουλος της ΕΥΔΑΠ Νίκος Μπάρδης «οι οφειλές των δήµων προς την επιχείρηση ανέρχονται σε 178 εκατ. ευρώ (χωρίς τις προσαυξήσεις), µε τη διοίκηση της ΕΥΔΑΠ να έχει προχωρήσει ήδη σε διακανονισµούς µε τον κάθε δήµο χωριστά (ειδικά τους µεγάλους που χρωστάνε περίπου το 80%) προκειµένου να αρχίσει η κάλυψη των απαιτήσεων».
«Ολα τα παραπάνω στοιχεία δείχνουν», σηµειώνει ο κ. Μπάρδης, «πως η πώληση του 27% της ΕΥΔΑΠ (µαζί µε την ανάθεση του management) θα έφερνε έσοδα χαµηλότερα των 150 εκατ. ευρώ (µε βάση τις σηµερινές αποτιµήσεις) λιγότερα δηλαδή από όσες είναι οι απαιτήσεις της εταιρείας µόνο από τους ΟΤΑ…».
ΔΙΑΦΩΝΙΕΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ
Τα δηµόσια δίκτυα να παραµείνουν στο Δηµόσιο
Ενα άλλο κρίσιµο ζήτηµα αφορά στον τρόπο µε τον οποίο θα γίνει η ιδιωτικοποίηση, αφού υπάρχουν αντιδράσεις ακόµη και µεταξύ κορυφαίων κυβερνητικών στελεχών για τη διαδικασία. Για παράδειγµα, προ διµήνου, η υπουργός ΠΕΚΑ Τίνα Μπιρµπίλη είχε υπογραµµίσει µε έµφαση πως τα δίκτυα ύδρευσης (όπως άλλωστε και αυτά της ΔΕΗ και του φυσικού αερίου) δεν µπορεί παρά να είναι δηµόσια, ενώ και ο υπουργός Υποδοµών Δηµήτρης Ρέππας είχε υποστηρίξει ότι το Δηµόσιο οφείλει να διατηρήσει τον έλεγχο, ώστε να καθορίζει την πολιτική για τα ύδατα.
Σηµειώνεται ακόµη πως, µε βάση το Μνηµόνιο 1, διαχωρίζονταν τα δίκτυα και οι υποδοµές ύδρευσης-αποχέτευσης από τη διαχείριση των δικτύων, ενώ προβλεπόταν στον προϋπολογισµό του 2011 η ανάθεση της διαχείρισης στους ιδιώτες.
Ωστόσο στο Μνηµόνιο 2 προβλέπεται η πώληση µετοχικού ποσοστού 27% µαζί µε το µάνατζµεντ, χωρίς όµως να υπάρχει κάποιο πιο ξεκάθαρο σχέδιο για το τι ακριβώς θα συµβεί στην πράξη. Ανάλογα ζητήµατα πάντως σχετικά µε τη διαχείριση των υδάτινων πόρων έχουν ανακύψει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως είναι η Γερµανία και η Ιταλία.
Αναφορικά ωστόσο µε τα… καθ' ηµάς, όπως επισηµαίνει ο κ. Μπάρδης, «κανένας στρατηγικός επενδυτής δεν είναι διατεθειµένος να βάλει τα χρήµατά του εάν δεν αποκτήσει ολόκληρο το…πακέτο της ΕΥΔΑΠ, δηλαδή π.χ. να αναλάβει τη διαχείριση χωρίς να έχει τα δίκτυα».
Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες που έχουν µπει ιδιώτες στον τοµέα της ύδρευσης, αυτό έχει γίνει µε συµβάσεις εκµετάλλευσης (και όχι ιδιοκτησίας) για κάποιο συγκεκριµένο χρονικό διάστηµα µε την υποχρέωση των εταιρειών να κάνουν τα αναγκαία έργα στο δίκτυο.
Ωστόσο, όπως προκύπτει από το αρχικό σχέδιο της ελληνικής κυβέρνησης, η χώρα µας φαίνεται πως θα ακολουθήσει - έστω και µε κάποιες παραλλαγές - το παράδειγµα της Μεγάλης Βρετανίας.
Η έναρξη µιας διαδικασίας ιδιωτικοποίησης, η οποία θα διαρκέσει για περισσότερο από έναν χρόνο, απειλεί να… τινάξει στον αέρα το επενδυτικό σχέδιο της εταιρείας.