Αν πιστέψουμε τα στοιχεία του Προσχεδίου του Κρατικού Προϋπολογισμού 2012, τότε κατά μέσο όρο στην ελληνική οικονομία η κατά κεφαλήν αμοιβή εξαρτημένης εργασίας υποχώρησε 1% το 2009, σε ποσοστό 3,5% το 2010, κατά 2% πέρυσι, ενώ προβλέπεται να διατηρηθεί σταθερή τη φετινή χρονιά!
Δηλαδή, όσα άτομα κατάφεραν να διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας τους απώλεσαν μόλις 6,5% - 7% μέσα στην τριετία 2009-2011…
Παράγοντες της αγοράς θεωρούν τα παραπάνω νούμερα πολύ συντηρητικά σε σχέση με τη μέση εικόνα που επικράτησε στην πραγματική οικονομία, ωστόσο και με αυτά τα στοιχεία προκύπτει μείωση του κόστους εργασίας ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος γύρω στο 4,5% για την τετραετία 2009-2012 (-0,6% το 2009, -1,1% το 2010, -1,8% το 2011 και -0,9% το 2012).
Φυσικά, κανείς δεν πιστεύει σήμερα πως η κατά κεφαλήν αμοιβή της εξαρτημένης εργασίας (για το σύνολο της οικονομίας) θα διατηρηθεί σταθερή το 2012. Ιδίως αν συνεκτιμηθούν παράγοντες όπως το μαχαίρι στις αποδοχές στο Δημόσιο και στις ΔΕΚΟ, η ευρεία λίστα επιχειρήσεων που χρησιμοποιεί εβδομάδα τεσσάρων ημερών και άλλες μορφές «ελαστικής εργασίας», όπως και οι άγριες επιδιώξεις των εργοδοτών για σημαντικά ποσοστά μειώσεων των αποδοχών στις τράπεζες, στις ασφαλιστικές εταιρίες κ.λπ.
Και όλα αυτά χωρίς να αλλάξει το θεσμικό πλαίσιο στην αγορά εργασίας, ή χωρίς να αποφασίσουν «εθελοντικά» οι κοινωνικοί εταίροι μειώσεις μισθών, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, στην επικείμενη συνάντησή τους.
Άρα, το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος θα υποχωρήσει πολύ περισσότερο από 0,9% το 2012, ακόμη και χωρίς καμία νομοθετική αλλαγή και χωρίς καμία νέα συμφωνία, πλην ίσως του παγώματος της όποιας μικρής αύξησης προέβλεπε η υπογεγραμμένη εδώ και χρόνια Συλλογική Σύμβαση Εργασίας.
«Ψύχραιμοι» παράγοντες της αγοράς πιστεύουν ότι νέα μείωση των αποδοχών των εργαζομένων -ακόμη και αν υλοποιηθεί- δεν αποτελεί λύση, και ενδεικτική είναι άποψη χρηματιστηριακού αναλυτή: «Όλοι γνωρίζουν πως μέσα στα τελευταία χρόνια η παραγωγικότητα στις περισσότερες εταιρίες του ιδιωτικού τομέα έχει ανεβεί έως και 30%, όχι μόνο γιατί βρέθηκαν τρόποι να πέσει μαχαίρι στους μισθούς, αλλά και γιατί οι εργαζόμενοι έχουν επιφορτιστεί και με πρόσθετα αντικείμενα ευθύνης.
Στην καλύτερη περίπτωση, έχουν παγώσει οι αποδοχές για τους μικρομεσαίους μισθούς από το 2009, με παράλληλες περικοπές των αποδοχών στα στελέχη. Στις μέσες περιπτώσεις, πέρα από τη μείωση του προσωπικού, έχει πέσει μαχαίρι και σε… ό,τι περισσεύει. Στη χειρότερη, έχουμε οφειλές δεδουλευμένων...
Γενικότερα, όταν ο μέσος μισθός μιας εταιρίας έχει υποχωρήσει στα 1.000-1.100 ευρώ, πόσο μπορείς να τον μειώσεις ακόμη; Μπορεί να επιβιώσει μια οικονομία με έναν εργαζόμενο ανά οικογένεια -όπως ανέφερε ο τέως πρωθυπουργός στο πλαίσιο της περυσινής ΔΕΘ- και μάλιστα με καθαρές αποδοχές χαμηλότερες των 1.000 ευρώ μηνιαίως; Οι παρενέργειες που θα προκύψουν μεσοπρόθεσμα θα είναι μεγαλύτερες από τα όποια βραχυπρόθεσμα οφέλη».
«Αναγκαίο κακό»…
Από την πλευρά τους, οι εργοδοτικές οργανώσεις -επισήμως τουλάχιστον- απορρίπτουν την ανάγκη για μείωση των μισθών, γιατί θεωρούν το κόστος εργασίας ήσσον στοιχείο για την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων.
Απλώς κατά καιρούς ζητούν μεγαλύτερη ευελιξία για κλάδους και εταιρίες που βρίσκονται σε δυσχερή οικονομική θέση. Αυτά όμως στη θεωρία. Άλλωστε, οι αντιδράσεις των εργοδοτικών οργανώσεων αυτήν τη φορά ήταν σαφώς πιο χαλαρές από τις αντίστοιχες του 2011, όταν είχε τεθεί το ίδιο θέμα για πρώτη φορά.
Η αλήθεια είναι πως, όσο και αν οι εργοδότες δεν θεωρούν το κόστος εργασίας καθοριστικό για την ανταγωνιστικότητά των εταιριών τους, πιστεύουν πως είναι ίσως η μοναδική πηγή δαπανών από την οποία θα μπορούσαν να γίνουν εξοικονομήσεις, οι οποίες να ισχύσουν από την επόμενη κιόλας μέρα. Οι άλλες εξοικονομήσεις (αύξηση της παραγωγικότητας, εύρεση νέων αγορών για τα ελληνικά προϊόντα κ.λπ.) απαιτούν πολύ χρόνο και πολλές προϋποθέσεις, όταν οι ανάγκες είναι περισσότερο επείγουσες όσο ποτέ για τις μισές περίπου επιχειρήσεις της χώρας.
Όσο για τις μειώσεις του μη μισθολογικού κόστους, είναι προφανώς καλοδεχούμενες από τους εργοδότες, αλλά οι περισσότεροι επιχειρηματίες αμφιβάλλουν για το κατά πόσον η κυβέρνηση τελικά θα προχωρήσει σε ουσιαστική μείωση των εργοδοτικών εισφορών.
Πρόεδρος εισηγμένης έλεγε τη δική του... αλήθεια, όπως την αντιμετωπίζει ο ίδιος στην αγορά:
«Η δική μας εταιρία έχει έδρα στην Ελλάδα, απασχολεί πολλούς εργαζόμενους και προσπαθεί να ανταγωνιστεί κάθε εταιρία του εξωτερικού που μέσα σε δύο ή τρεις μέρες μπορεί να φέρει τα προϊόντα της στη χώρα μας από το εξωτερικό. Η ξένη εταιρία πληρώνει το ένα τρίτο του κόστους της χρηματοδότησης που πληρώνουμε εμείς, δεν καταβάλλει κάθε τόσο έκτακτες εισφορές, δεν έχει εργοδοτικές επιβαρύνσεις προς τα ασφαλιστικά ταμεία 40% και επίσης μέσα από τη χρήση μεταφορέων από τη Βουλγαρία μπορεί να έχει κόστος μεταφοράς από τη Γερμανία κοντά σε εκείνο που έχουμε και εμείς…».
Πρόεδρος γνωστής εξαγωγικής εταιρίας, μιλώντας στον Euro2day.gr, βρέθηκε περίπου στο ίδιο μήκος κύματος: «Μας οφείλει το Δημόσιο πολλά εκατομμύρια ευρώ από επιστροφές ΦΠΑ και εμείς επιβαρυνόμαστε για τα εκατομμύρια αυτά με επιτόκιο κοντά στο 9% και στο 10%. Πληρώνουμε φόρους ακίνητης περιουσίας για τις αποθήκες μας, έκτακτες εισφορές, τεράστιες εργοδοτικές εισφορές και όταν είναι να προχωρήσουμε σε κάποιες επενδύσεις μπλέκουμε με μια απίστευτη γραφειοκρατία. Δεν θέλουμε κίνητρα. Την άρση των αντικινήτρων ζητάμε»…
Με άλλα λόγια, οι εργοδότες θεωρούν τη μείωση του κόστους εργασίας αναγκαίο κακό και σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα του αντιαναπτυξιακού θεσμικού πλαισίου που επικρατεί στην Ελλάδα. «Φοβάμαι πως αν δεν μειωθούν οι μισθοί αυτό θα οδηγήσει σε πολύ μεγαλύτερη ανεργία σε μια σειρά κλάδους», εκτιμά επιχειρηματίας, του οποίου η εταιρία είναι κερδοφόρος.
Δηλαδή, όσα άτομα κατάφεραν να διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας τους απώλεσαν μόλις 6,5% - 7% μέσα στην τριετία 2009-2011…
Παράγοντες της αγοράς θεωρούν τα παραπάνω νούμερα πολύ συντηρητικά σε σχέση με τη μέση εικόνα που επικράτησε στην πραγματική οικονομία, ωστόσο και με αυτά τα στοιχεία προκύπτει μείωση του κόστους εργασίας ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος γύρω στο 4,5% για την τετραετία 2009-2012 (-0,6% το 2009, -1,1% το 2010, -1,8% το 2011 και -0,9% το 2012).
Φυσικά, κανείς δεν πιστεύει σήμερα πως η κατά κεφαλήν αμοιβή της εξαρτημένης εργασίας (για το σύνολο της οικονομίας) θα διατηρηθεί σταθερή το 2012. Ιδίως αν συνεκτιμηθούν παράγοντες όπως το μαχαίρι στις αποδοχές στο Δημόσιο και στις ΔΕΚΟ, η ευρεία λίστα επιχειρήσεων που χρησιμοποιεί εβδομάδα τεσσάρων ημερών και άλλες μορφές «ελαστικής εργασίας», όπως και οι άγριες επιδιώξεις των εργοδοτών για σημαντικά ποσοστά μειώσεων των αποδοχών στις τράπεζες, στις ασφαλιστικές εταιρίες κ.λπ.
Και όλα αυτά χωρίς να αλλάξει το θεσμικό πλαίσιο στην αγορά εργασίας, ή χωρίς να αποφασίσουν «εθελοντικά» οι κοινωνικοί εταίροι μειώσεις μισθών, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, στην επικείμενη συνάντησή τους.
Άρα, το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος θα υποχωρήσει πολύ περισσότερο από 0,9% το 2012, ακόμη και χωρίς καμία νομοθετική αλλαγή και χωρίς καμία νέα συμφωνία, πλην ίσως του παγώματος της όποιας μικρής αύξησης προέβλεπε η υπογεγραμμένη εδώ και χρόνια Συλλογική Σύμβαση Εργασίας.
«Ψύχραιμοι» παράγοντες της αγοράς πιστεύουν ότι νέα μείωση των αποδοχών των εργαζομένων -ακόμη και αν υλοποιηθεί- δεν αποτελεί λύση, και ενδεικτική είναι άποψη χρηματιστηριακού αναλυτή: «Όλοι γνωρίζουν πως μέσα στα τελευταία χρόνια η παραγωγικότητα στις περισσότερες εταιρίες του ιδιωτικού τομέα έχει ανεβεί έως και 30%, όχι μόνο γιατί βρέθηκαν τρόποι να πέσει μαχαίρι στους μισθούς, αλλά και γιατί οι εργαζόμενοι έχουν επιφορτιστεί και με πρόσθετα αντικείμενα ευθύνης.
Στην καλύτερη περίπτωση, έχουν παγώσει οι αποδοχές για τους μικρομεσαίους μισθούς από το 2009, με παράλληλες περικοπές των αποδοχών στα στελέχη. Στις μέσες περιπτώσεις, πέρα από τη μείωση του προσωπικού, έχει πέσει μαχαίρι και σε… ό,τι περισσεύει. Στη χειρότερη, έχουμε οφειλές δεδουλευμένων...
Γενικότερα, όταν ο μέσος μισθός μιας εταιρίας έχει υποχωρήσει στα 1.000-1.100 ευρώ, πόσο μπορείς να τον μειώσεις ακόμη; Μπορεί να επιβιώσει μια οικονομία με έναν εργαζόμενο ανά οικογένεια -όπως ανέφερε ο τέως πρωθυπουργός στο πλαίσιο της περυσινής ΔΕΘ- και μάλιστα με καθαρές αποδοχές χαμηλότερες των 1.000 ευρώ μηνιαίως; Οι παρενέργειες που θα προκύψουν μεσοπρόθεσμα θα είναι μεγαλύτερες από τα όποια βραχυπρόθεσμα οφέλη».
«Αναγκαίο κακό»…
Από την πλευρά τους, οι εργοδοτικές οργανώσεις -επισήμως τουλάχιστον- απορρίπτουν την ανάγκη για μείωση των μισθών, γιατί θεωρούν το κόστος εργασίας ήσσον στοιχείο για την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων.
Απλώς κατά καιρούς ζητούν μεγαλύτερη ευελιξία για κλάδους και εταιρίες που βρίσκονται σε δυσχερή οικονομική θέση. Αυτά όμως στη θεωρία. Άλλωστε, οι αντιδράσεις των εργοδοτικών οργανώσεων αυτήν τη φορά ήταν σαφώς πιο χαλαρές από τις αντίστοιχες του 2011, όταν είχε τεθεί το ίδιο θέμα για πρώτη φορά.
Η αλήθεια είναι πως, όσο και αν οι εργοδότες δεν θεωρούν το κόστος εργασίας καθοριστικό για την ανταγωνιστικότητά των εταιριών τους, πιστεύουν πως είναι ίσως η μοναδική πηγή δαπανών από την οποία θα μπορούσαν να γίνουν εξοικονομήσεις, οι οποίες να ισχύσουν από την επόμενη κιόλας μέρα. Οι άλλες εξοικονομήσεις (αύξηση της παραγωγικότητας, εύρεση νέων αγορών για τα ελληνικά προϊόντα κ.λπ.) απαιτούν πολύ χρόνο και πολλές προϋποθέσεις, όταν οι ανάγκες είναι περισσότερο επείγουσες όσο ποτέ για τις μισές περίπου επιχειρήσεις της χώρας.
Όσο για τις μειώσεις του μη μισθολογικού κόστους, είναι προφανώς καλοδεχούμενες από τους εργοδότες, αλλά οι περισσότεροι επιχειρηματίες αμφιβάλλουν για το κατά πόσον η κυβέρνηση τελικά θα προχωρήσει σε ουσιαστική μείωση των εργοδοτικών εισφορών.
Πρόεδρος εισηγμένης έλεγε τη δική του... αλήθεια, όπως την αντιμετωπίζει ο ίδιος στην αγορά:
«Η δική μας εταιρία έχει έδρα στην Ελλάδα, απασχολεί πολλούς εργαζόμενους και προσπαθεί να ανταγωνιστεί κάθε εταιρία του εξωτερικού που μέσα σε δύο ή τρεις μέρες μπορεί να φέρει τα προϊόντα της στη χώρα μας από το εξωτερικό. Η ξένη εταιρία πληρώνει το ένα τρίτο του κόστους της χρηματοδότησης που πληρώνουμε εμείς, δεν καταβάλλει κάθε τόσο έκτακτες εισφορές, δεν έχει εργοδοτικές επιβαρύνσεις προς τα ασφαλιστικά ταμεία 40% και επίσης μέσα από τη χρήση μεταφορέων από τη Βουλγαρία μπορεί να έχει κόστος μεταφοράς από τη Γερμανία κοντά σε εκείνο που έχουμε και εμείς…».
Πρόεδρος γνωστής εξαγωγικής εταιρίας, μιλώντας στον Euro2day.gr, βρέθηκε περίπου στο ίδιο μήκος κύματος: «Μας οφείλει το Δημόσιο πολλά εκατομμύρια ευρώ από επιστροφές ΦΠΑ και εμείς επιβαρυνόμαστε για τα εκατομμύρια αυτά με επιτόκιο κοντά στο 9% και στο 10%. Πληρώνουμε φόρους ακίνητης περιουσίας για τις αποθήκες μας, έκτακτες εισφορές, τεράστιες εργοδοτικές εισφορές και όταν είναι να προχωρήσουμε σε κάποιες επενδύσεις μπλέκουμε με μια απίστευτη γραφειοκρατία. Δεν θέλουμε κίνητρα. Την άρση των αντικινήτρων ζητάμε»…
Με άλλα λόγια, οι εργοδότες θεωρούν τη μείωση του κόστους εργασίας αναγκαίο κακό και σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα του αντιαναπτυξιακού θεσμικού πλαισίου που επικρατεί στην Ελλάδα. «Φοβάμαι πως αν δεν μειωθούν οι μισθοί αυτό θα οδηγήσει σε πολύ μεγαλύτερη ανεργία σε μια σειρά κλάδους», εκτιμά επιχειρηματίας, του οποίου η εταιρία είναι κερδοφόρος.