Αθήνα
Αντισυνταγματική έκρινε η Ολομέλεια του ΣτΕ τη διάταξη της Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου 6/2012 -γνωστής ως Μνημόνιο II- που καταργεί τη δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στη Διαιτησία του ΟΜΕΔ, αν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων δεν καταλήξουν σε συμφωνία.
Αν και οι υπόλοιπες διατάξεις του Μνημονίου ΙΙ (περικοπές μισθών, κατάργηση επιδομάτων, καθορισμός κατώτερου μισθού από τον υπουργό Εργασίας, κτλ) κρίθηκε από το Δικαστήριο ότι δεδομένων των οικονομικών συνθηκών δεν έρχονται σε αντίθεση προς το Σύνταγμα, ΓΣΕΕ και ΟΤΟΕ μιλούν για απόφαση ρωγμή στη μνημονιακή λογική με μεγάλη συνδικαλιστική και πολιτική σημασία.
Τα Σωματεία επισημαίνουν δε τη σημαντική καθυστέρηση με την οποία εκδόθηκε η απόφαση.
Σε ό,τι αφορά τα υπόλοιπα βίαια και αντεργατικά μέτρα του Μνημονίου ΙΙ, η ΓΣΕΕ επαναλαμβάνει ότι θα προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Η απόφαση του ΣτΕ
Ειδικότερα η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας δημοσίευσε σήμερα, Τρίτη, την υπ΄ αριθμ. 2307/2014 απόφασή της με την οποία έκρινε αντισυνταγματικό το Μνημόνιο ΙΙ (νόμος 4046/2012) μόνο κατά το σκέλος που αφορά την κατάργηση της δυνατότητας των σωματείων να καταφεύγουν μονομερώς στη διαιτησία του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ), μετά την αποτυχία να συναφθεί συλλογική σύμβαση εργασίας.
Αντίθετα η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ότι δεν είναι αντίθετα στο Σύνταγμα, τις Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) τα άλλα μέτρα που προβλέφθηκαν για τους εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα από το Μνημόνιο ΙΙ, όπως είναι η μείωση των αποδοχών των εργαζομένων κατά 22% και κατά 32% για τους νέους κάτω των 25 ετών, η κατάργηση του επιδόματος γάμου, ο περιορισμός των θεμάτων που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο συλλογικών διαπραγματεύσεων και συλλογικών συμβάσεων εργασίας (πλέον δεν περιλαμβάνεται ο κατώτερος μισθός), ο περιορισμός της διάρκειας της ισχύος των συλλογικών συμβάσεων, η λεγόμενη «μετενέργεια», κ.λπ.
Οι Σύμβουλοι Επικρατείας απέρριψαν ως αβάσιμους για «λόγους υπέρτερου κοινωνικού συμφέροντος» όλους τους ισχυρισμούς της Γ.Σ.Ε.Ε., της Ο.Τ.Ο.Ε., των άλλων Οργανώσεων, κ.λπ. που είχαν προσφύγει στο ΣτΕ, εκτός από αυτούς που αφορούν την διαιτησία.
Ειδικότερα, η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ότι είναι αντισυνταγματική (αντίθετη στο άρθρο 22, παράγραφος 2 του Συντάγματος) η κατάργηση της μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία (νόμοι 1876/1990 και 3899/2010) για την επίλυση εργασιακών θεμάτων (αύξηση αποδοχών, επιδόματα, άδειες, αργίες, κ.λπ.).
Αναλυτικότερα, κρίθηκε ότι το άρθρο 3 της Π.Υ.Σ. 6/2012 με το οποίο ορίσθηκε ότι «η προσφυγή στην διαιτησία προϋποθέτει σε κάθε περίπτωση συμφωνία των μερών, αντίκειται στο άρθρο 22 παράγραφος 2 του Συντάγματος και ως εκ τούτου είναι ακυρωτέα».
Με την απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ επανήλθε η διαιτησία στο παλαιό νομοθετικό καθεστώς, σύμφωνα με το οποίο μπορούσαν να πηγαίνουν στην διαιτησία προς επίλυση όλα τα θέματα των εργασιακών σχέσεων και όρων (μισθοί, επιδόματα, άδειες, κ.λπ.).
Οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν αντισυνταγματική τη ρύθμιση τόσο της Π.Υ.Σ. 6/2012, όσο και του νόμου 3899/2010 που περιόριζε τη διαιτησία αποκλειστικά μόνο στον καθορισμό του βασικού μισθού και ημερομισθίου.
Να σημειωθεί ότι η διαιτησία είναι ένας μηχανισμός επίλυσης συλλογικών διαφορών εργασίας σε περίπτωση αποτυχίας των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Συγκεκριμένα, με την προϊσχύουσα νομοθεσία, αν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις μεταξύ οργανώσεων εργοδοτών και εργαζομένων δεν κατέληγαν σε κοινή συμφωνία, οποιοδήποτε από τα δύο μέρη είχε τη δυνατότητα να ενεργοποιήσει τη διαδικασία διαιτητικής επίλυσης της διαφοράς στον ΟΜΕΔ, ώστε να ρυθμιστούν οι όροι αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων, είτε του κλάδου, τον οποίο αφορούσε η διαφορά, είτε του συνόλου των εργαζομένων, αν αντικείμενο της διαφοράς ήταν η σύναψη εθνικής συλλογικής σύμβασης εργασίας.
Με την 6/2012 Π.Υ.Σ. καταργήθηκε η δυνατότητα αυτή έτσι ώστε, σε περίπτωση κατά την οποία η συλλογική διαφορά δεν κατέληγε σε συμφωνία, δεν υπήρχε δυνατότητα να επιβληθούν γενικοί όροι εργασίας, υποχρεωτικοί για τους εργοδότες.
Η ακύρωση της σχετικής διάταξης της Π.Υ.Σ. έχει ως συνέπεια να επανέρχεται σε ισχύ το παλαιότερο καθεστώς ως προς το θέμα αυτό.
Από το 2012 «σέρνεται» η προσφυγή
Υπενθυμίζεται ότι τον Ιανουάριο του 2012 είχαν προσφύγει στο ΣτΕ μεταξύ των άλλων, η Γ.Σ.Ε.Ε., η Ο.Τ.Ο.Ε., η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Συντακτών (Π.Ο.Ε.Σ.Υ.), Σύλλογοι τραπεζοϋπαλλήλων (Γενικής Τραπέζης Ελλάδος, Τράπεζας Αττικής και στη Marfin-Εγνατία Τράπεζα), καθώς και άλλα σωματεία εργαζομένων από διάφορους χώρους.
Στη συνέχεια στις 7 Δεκεμβρίου 2012 συζητήθηκε η υπόθεση ενώπιον της Ολομέλειας του ΣτΕ. Πρόεδρος ήταν ο Κωνσταντίνος Μενουδάκος, εισηγητής ο σύμβουλος Επικρατείας Ηρακλής Τσακόπουλος και συμμετείχαν συνολικά 31 δικαστές.
Εξ αυτών, δύο ήταν αντιπρόεδροι (Αθανάσιος Ράντος και Δημοσθένης Πετρούλιας), τρεις ήταν πάρεδροι χωρίς δικαίωμα ψήφου και δύο σύμβουλοι Επικρατείας ήταν αναπληρωματικοί.
Τον Απρίλιο του 2013 πραγματοποιήθηκε η διάσκεψη των δικαστών κεκλεισμένων των θυρών. Η υπόθεση έμεινε στα χέρια του εισηγητή 19 μήνες και σήμερα δημοσιεύθηκε η επίμαχη απόφαση.
Να σημειωθεί ότι στην απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ για το Μνημόνιο Ι (απόφαση 668/2012) συμμετείχαν 55 δικαστές.
ΓΣΕΕ-ΟΤΟΕ: Απόφαση σταθμός
Η απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ, αποτελεί ρωγμή στη λογική των μνημονίων και είναι μια ακόμη δικαίωση των αγώνων, τονίζει η ΓΣΕΕ.
Οι εκπρόσωποι των εργαζομένων εκτιμούν ότι με την ακύρωση της επίμαχης διάταξης θα αναβιώσει το δικαίωμα μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία, που αποτελεί τον επικουρικό μηχανισμό στήριξης της συλλογικής αυτονομίας και εξασφαλίζει την ύπαρξη συλλογικών ρυθμίσεων.
Θα αποκατασταθεί ακόμη η δυνατότητα ρύθμισης με διαιτητική απόφαση του συνόλου των όρων εργασίας που μέχρι σήμερα είχαν εγκαταλειφθεί στην ατομική διαπραγμάτευση.
Για βαρυσήμαντη «απόφαση σταθμό» με την οποία επανέρχεται ο θεσμός της Διαιτησίας για όλα τα θέματα που αφορούν τους εργαζομένους μιλά και ηΟΤΟΕ.
Όπως αναφέρει στην ανακοίνωσή της «αυτή η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας δικαιώνει την ΟΤΟΕ και τη ΓΣΕΕ, που προσέφυγαν, ζητώντας την ακύρωση της ΠΥΣ, με την οποία η Κυβέρνηση είχε καταργήσει μονομερώς και αυθαίρετα τη συλλογική αυτονομία, παρεμβαίνοντας σε βάρος των εργαζομένων και ταυτόχρονα στο δικαίωμα της ασθενέστερης πλευράς, που είναι πάντοτε η πλευρά των εργαζομένων, να προσφεύγουν μονομερώς στη Διαιτησία, διεκδικώντας τα δικαιώματά τους, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των εργοδοτών.»
» Ειδικότερα, η βαρυσήμαντη απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ, μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι 'επιβάλλεται από το Σύνταγμα στο Νομοθέτη να προβλέπει και τη δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στη Διαιτησία έστω και από το ένα μέρος, ώστε να μη παραμένει αρρύθμιστο σημαντικό μέρος της συλλογικής διαφοράς με τους εντεύθεν κινδύνους, με βλάβη της κοινωνικής ειρήνης και την επάνοδο στο ρυθμιστικό πεδίο των ατομικών συμβάσεων εργασίας, κατά τη σύναψη των οποίων βρίσκεται κατά κανόνα σε πλεονεκτική θέση η εργοδοτική πλευρά'».
«Η απόφαση του ΣτΕ έχει μεγάλη συνδικαλιστική και πολιτική σημασία, γιατί επαναφέρει στη Δημοκρατική τάξη τη θεσμική λειτουργία του Συντάγματος, των Νόμων και των κανόνων δικαίου, που αφορούν στις Συλλογικές διαπραγματεύσεις, στις Συμβάσεις και στα δικαιώματα των εργαζομένων.»
» Οι μέθοδοι και οι πρακτικές που υπονομεύουν τα εργασιακά δικαιώματα, δεν προσφέρουν πραγματικές λύσεις και αποτελούν 'μπούμερανγκ' που στρέφεται τελικά εναντίον του κράτους δικαίου και των Δημοκρατικών κατακτήσεων» καταλήγει η ΟΤΟΕ.
Αντισυνταγματική έκρινε η Ολομέλεια του ΣτΕ τη διάταξη της Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου 6/2012 -γνωστής ως Μνημόνιο II- που καταργεί τη δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στη Διαιτησία του ΟΜΕΔ, αν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων δεν καταλήξουν σε συμφωνία.
Αν και οι υπόλοιπες διατάξεις του Μνημονίου ΙΙ (περικοπές μισθών, κατάργηση επιδομάτων, καθορισμός κατώτερου μισθού από τον υπουργό Εργασίας, κτλ) κρίθηκε από το Δικαστήριο ότι δεδομένων των οικονομικών συνθηκών δεν έρχονται σε αντίθεση προς το Σύνταγμα, ΓΣΕΕ και ΟΤΟΕ μιλούν για απόφαση ρωγμή στη μνημονιακή λογική με μεγάλη συνδικαλιστική και πολιτική σημασία.
Τα Σωματεία επισημαίνουν δε τη σημαντική καθυστέρηση με την οποία εκδόθηκε η απόφαση.
Σε ό,τι αφορά τα υπόλοιπα βίαια και αντεργατικά μέτρα του Μνημονίου ΙΙ, η ΓΣΕΕ επαναλαμβάνει ότι θα προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Η απόφαση του ΣτΕ
Ειδικότερα η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας δημοσίευσε σήμερα, Τρίτη, την υπ΄ αριθμ. 2307/2014 απόφασή της με την οποία έκρινε αντισυνταγματικό το Μνημόνιο ΙΙ (νόμος 4046/2012) μόνο κατά το σκέλος που αφορά την κατάργηση της δυνατότητας των σωματείων να καταφεύγουν μονομερώς στη διαιτησία του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ), μετά την αποτυχία να συναφθεί συλλογική σύμβαση εργασίας.
Αντίθετα η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ότι δεν είναι αντίθετα στο Σύνταγμα, τις Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) τα άλλα μέτρα που προβλέφθηκαν για τους εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα από το Μνημόνιο ΙΙ, όπως είναι η μείωση των αποδοχών των εργαζομένων κατά 22% και κατά 32% για τους νέους κάτω των 25 ετών, η κατάργηση του επιδόματος γάμου, ο περιορισμός των θεμάτων που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο συλλογικών διαπραγματεύσεων και συλλογικών συμβάσεων εργασίας (πλέον δεν περιλαμβάνεται ο κατώτερος μισθός), ο περιορισμός της διάρκειας της ισχύος των συλλογικών συμβάσεων, η λεγόμενη «μετενέργεια», κ.λπ.
Οι Σύμβουλοι Επικρατείας απέρριψαν ως αβάσιμους για «λόγους υπέρτερου κοινωνικού συμφέροντος» όλους τους ισχυρισμούς της Γ.Σ.Ε.Ε., της Ο.Τ.Ο.Ε., των άλλων Οργανώσεων, κ.λπ. που είχαν προσφύγει στο ΣτΕ, εκτός από αυτούς που αφορούν την διαιτησία.
Ειδικότερα, η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ότι είναι αντισυνταγματική (αντίθετη στο άρθρο 22, παράγραφος 2 του Συντάγματος) η κατάργηση της μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία (νόμοι 1876/1990 και 3899/2010) για την επίλυση εργασιακών θεμάτων (αύξηση αποδοχών, επιδόματα, άδειες, αργίες, κ.λπ.).
Αναλυτικότερα, κρίθηκε ότι το άρθρο 3 της Π.Υ.Σ. 6/2012 με το οποίο ορίσθηκε ότι «η προσφυγή στην διαιτησία προϋποθέτει σε κάθε περίπτωση συμφωνία των μερών, αντίκειται στο άρθρο 22 παράγραφος 2 του Συντάγματος και ως εκ τούτου είναι ακυρωτέα».
Με την απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ επανήλθε η διαιτησία στο παλαιό νομοθετικό καθεστώς, σύμφωνα με το οποίο μπορούσαν να πηγαίνουν στην διαιτησία προς επίλυση όλα τα θέματα των εργασιακών σχέσεων και όρων (μισθοί, επιδόματα, άδειες, κ.λπ.).
Οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν αντισυνταγματική τη ρύθμιση τόσο της Π.Υ.Σ. 6/2012, όσο και του νόμου 3899/2010 που περιόριζε τη διαιτησία αποκλειστικά μόνο στον καθορισμό του βασικού μισθού και ημερομισθίου.
Να σημειωθεί ότι η διαιτησία είναι ένας μηχανισμός επίλυσης συλλογικών διαφορών εργασίας σε περίπτωση αποτυχίας των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Συγκεκριμένα, με την προϊσχύουσα νομοθεσία, αν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις μεταξύ οργανώσεων εργοδοτών και εργαζομένων δεν κατέληγαν σε κοινή συμφωνία, οποιοδήποτε από τα δύο μέρη είχε τη δυνατότητα να ενεργοποιήσει τη διαδικασία διαιτητικής επίλυσης της διαφοράς στον ΟΜΕΔ, ώστε να ρυθμιστούν οι όροι αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων, είτε του κλάδου, τον οποίο αφορούσε η διαφορά, είτε του συνόλου των εργαζομένων, αν αντικείμενο της διαφοράς ήταν η σύναψη εθνικής συλλογικής σύμβασης εργασίας.
Με την 6/2012 Π.Υ.Σ. καταργήθηκε η δυνατότητα αυτή έτσι ώστε, σε περίπτωση κατά την οποία η συλλογική διαφορά δεν κατέληγε σε συμφωνία, δεν υπήρχε δυνατότητα να επιβληθούν γενικοί όροι εργασίας, υποχρεωτικοί για τους εργοδότες.
Η ακύρωση της σχετικής διάταξης της Π.Υ.Σ. έχει ως συνέπεια να επανέρχεται σε ισχύ το παλαιότερο καθεστώς ως προς το θέμα αυτό.
Από το 2012 «σέρνεται» η προσφυγή
Υπενθυμίζεται ότι τον Ιανουάριο του 2012 είχαν προσφύγει στο ΣτΕ μεταξύ των άλλων, η Γ.Σ.Ε.Ε., η Ο.Τ.Ο.Ε., η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Συντακτών (Π.Ο.Ε.Σ.Υ.), Σύλλογοι τραπεζοϋπαλλήλων (Γενικής Τραπέζης Ελλάδος, Τράπεζας Αττικής και στη Marfin-Εγνατία Τράπεζα), καθώς και άλλα σωματεία εργαζομένων από διάφορους χώρους.
Στη συνέχεια στις 7 Δεκεμβρίου 2012 συζητήθηκε η υπόθεση ενώπιον της Ολομέλειας του ΣτΕ. Πρόεδρος ήταν ο Κωνσταντίνος Μενουδάκος, εισηγητής ο σύμβουλος Επικρατείας Ηρακλής Τσακόπουλος και συμμετείχαν συνολικά 31 δικαστές.
Εξ αυτών, δύο ήταν αντιπρόεδροι (Αθανάσιος Ράντος και Δημοσθένης Πετρούλιας), τρεις ήταν πάρεδροι χωρίς δικαίωμα ψήφου και δύο σύμβουλοι Επικρατείας ήταν αναπληρωματικοί.
Τον Απρίλιο του 2013 πραγματοποιήθηκε η διάσκεψη των δικαστών κεκλεισμένων των θυρών. Η υπόθεση έμεινε στα χέρια του εισηγητή 19 μήνες και σήμερα δημοσιεύθηκε η επίμαχη απόφαση.
Να σημειωθεί ότι στην απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ για το Μνημόνιο Ι (απόφαση 668/2012) συμμετείχαν 55 δικαστές.
ΓΣΕΕ-ΟΤΟΕ: Απόφαση σταθμός
Η απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ, αποτελεί ρωγμή στη λογική των μνημονίων και είναι μια ακόμη δικαίωση των αγώνων, τονίζει η ΓΣΕΕ.
Οι εκπρόσωποι των εργαζομένων εκτιμούν ότι με την ακύρωση της επίμαχης διάταξης θα αναβιώσει το δικαίωμα μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία, που αποτελεί τον επικουρικό μηχανισμό στήριξης της συλλογικής αυτονομίας και εξασφαλίζει την ύπαρξη συλλογικών ρυθμίσεων.
Θα αποκατασταθεί ακόμη η δυνατότητα ρύθμισης με διαιτητική απόφαση του συνόλου των όρων εργασίας που μέχρι σήμερα είχαν εγκαταλειφθεί στην ατομική διαπραγμάτευση.
Για βαρυσήμαντη «απόφαση σταθμό» με την οποία επανέρχεται ο θεσμός της Διαιτησίας για όλα τα θέματα που αφορούν τους εργαζομένους μιλά και ηΟΤΟΕ.
Όπως αναφέρει στην ανακοίνωσή της «αυτή η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας δικαιώνει την ΟΤΟΕ και τη ΓΣΕΕ, που προσέφυγαν, ζητώντας την ακύρωση της ΠΥΣ, με την οποία η Κυβέρνηση είχε καταργήσει μονομερώς και αυθαίρετα τη συλλογική αυτονομία, παρεμβαίνοντας σε βάρος των εργαζομένων και ταυτόχρονα στο δικαίωμα της ασθενέστερης πλευράς, που είναι πάντοτε η πλευρά των εργαζομένων, να προσφεύγουν μονομερώς στη Διαιτησία, διεκδικώντας τα δικαιώματά τους, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των εργοδοτών.»
» Ειδικότερα, η βαρυσήμαντη απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ, μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι 'επιβάλλεται από το Σύνταγμα στο Νομοθέτη να προβλέπει και τη δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στη Διαιτησία έστω και από το ένα μέρος, ώστε να μη παραμένει αρρύθμιστο σημαντικό μέρος της συλλογικής διαφοράς με τους εντεύθεν κινδύνους, με βλάβη της κοινωνικής ειρήνης και την επάνοδο στο ρυθμιστικό πεδίο των ατομικών συμβάσεων εργασίας, κατά τη σύναψη των οποίων βρίσκεται κατά κανόνα σε πλεονεκτική θέση η εργοδοτική πλευρά'».
«Η απόφαση του ΣτΕ έχει μεγάλη συνδικαλιστική και πολιτική σημασία, γιατί επαναφέρει στη Δημοκρατική τάξη τη θεσμική λειτουργία του Συντάγματος, των Νόμων και των κανόνων δικαίου, που αφορούν στις Συλλογικές διαπραγματεύσεις, στις Συμβάσεις και στα δικαιώματα των εργαζομένων.»
» Οι μέθοδοι και οι πρακτικές που υπονομεύουν τα εργασιακά δικαιώματα, δεν προσφέρουν πραγματικές λύσεις και αποτελούν 'μπούμερανγκ' που στρέφεται τελικά εναντίον του κράτους δικαίου και των Δημοκρατικών κατακτήσεων» καταλήγει η ΟΤΟΕ.