Τρεις στους τέσσερις μισθωτούς έχουν χάσει εισόδημα μέσα στον τελευταίο χρόνο, ενώ τέσσερις στους δέκα εκτιμούν ότι θα υποστούν νέα μείωση στο επόμενο τρίμηνο.
Αυτά είναι, μεταξύ άλλων, τα συμπεράσματα έρευνας του Παρατηρητηρίου Οικονομικών και Κοινωνικών Εξελίξεων του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ σε συνεργασία με την εταιρεία ALCO η οποία πραγματοποιήθηκε πανελλαδικά σε δείγμα 1.100 μισθωτών.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ακόμα και για την κάλυψη βασικών αναγκών, ένας στους δύο μισθωτούς χρειάστηκε το τελευταίο τρίμηνο να κάνει ανάληψη από τις καταθέσεις του στην τράπεζα, ενώ το 22% χρειάστηκε να δανειστεί.
Το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ υποστηρίζει πως η έρευνα αποτυπώνει εικόνα σαφούς και σημαντικού περιορισμού του εισοδήματος και συνακόλουθα και της καταναλωτικής δύναμης των μισθωτών σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο (και λιγότερο σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο).
Η εξέλιξη αυτή έχει οδηγήσει τους μισθωτούς σε μικρή μείωση των δαπανών τους στις κατηγορίες αγαθών που θεωρούν απαραίτητες και σε σημαντικές μειώσεις σε όλες τις άλλες κατηγορίες. Ως αποτέλεσμα, οι μισθωτοί σήμερα, στην πολύ μεγάλη πλειοψηφία τους, καταναλώνουν αυτά που μπορούν και όχι αυτά που θα ήθελαν. «Ο περιορισμός των εισοδημάτων για 2 στους 3 τον προηγούμενο χρόνο, μετέβαλλε τους μισθωτούς από καταναλωτές επιλογής σε καταναλωτές ανάγκης, με όλα όσα αυτό συνεπάγεται τόσο σε ψυχολογικό, όσο και σε πρακτικό επίπεδο», αναφέρουν οι ερευνητές.
Η μείωση δαπανών εμφανίζεται μεγαλύτερη για τους μισθωτούς κατώτερης μόρφωσης, με εισόδημα από 800 έως 1.001 ευρώ, ηλικίας 35-44 ετών και εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα.
Τα βασικά συμπεράσματα
Τα επίπεδα εισοδήματος έχουν υποχωρήσει για 3 στους 4 μισθωτούς στην Ελλάδα τον τελευταίο χρόνο. Η μείωση είναι αναλογικά μεγαλύτερη για τους μισθωτούς ηλικίας 45-54 ετών και εκείνους με εισόδημα 1.501-2.000 ευρώ.
Παρά την τάση σταθεροποίησης που αποτυπώνεται το τελευταίο τρίμηνο, 1 στους 3 μισθωτούς δηλώνει νέα μείωση εισοδήματος, ενώ στο 82% των περιπτώσεων η μείωση στο εισόδημα οφείλεται στη μείωση του μισθού.
Το 38% των μισθωτών εκτιμά ότι τα εισοδήματα του θα μειωθούν το επόμενο τρίμηνο.
Με το 75% των μισθωτών να έχει χαμηλότερα εισοδήματα σε σχέση με πριν ένα χρόνο η καταναλωτική δύναμη των μισθωτών έχει περιοριστεί.
Πάνω από το 60% των μισθωτών μείωσε τις δαπάνες του σε ταξίδια και αξεσουάρ (67%), ρούχα/παπούτσια (65%), έπιπλα/είδη σπιτιού (63%). Να σημειωθεί ότι τα ποσοστά είναι με βάση όσους μισθωτούς χρησιμοποιούν κάθε κατηγορία προϊόντων.
Το 59% μείωσε τις δαπάνες ψυχαγωγίας, το 57% τις δαπάνες για καλλυντικά, το 55% για σοκολάτες και snacks, το 53% για παιχνίδια και το 48% για κρασί/μπύρα/ ούζο.
Το 43% των μισθωτών μείωσαν τη συνολική δαπάνη κατανάλωσης, έναντι μόλις 10% που την αύξησαν.
Το σύνολο σχεδόν των μισθωτών (84%) επιλέγει προϊόντα σε προσφορά, ενώ ένας στους δύο (46%) προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας.
Στα τρόφιμα μείωσε τις δαπάνες του το 33% των μισθωτών, στην εκπαίδευση το 24%, στα καύσιμα το 30%, ενώ στα αναψυκτικά/χυμούς το 43%.
Σταθερές σχεδόν για όλους έμειναν οι δαπάνες για είδη προσωπικής (79%) και καθαριστικά σπιτιού (77%), για το 70% οι δαπάνες για τηλεφωνία/internet ενώ για περίπου 6 στους 10 για εκπαίδευση (58%), προϊόντα καπνού (58%) και τρόφιμα (57%).
Μειωμένη δαπάνη έχουμε περισσότερο από μισθωτούς κατώτερης μόρφωσης με εισόδημα 800 έως 1.001 ευρώ, ηλικίας 35-44 ετών και εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα.
1 στους 2 μισθωτούς χρειάστηκε το τελευταίο τρίμηνο να κάνει ανάληψη από τις καταθέσεις του στην τράπεζα για να είναι σε θέση να καλύψει τις ανάγκες του, ενώ το 22% αναγκάστηκε να δανειστεί.
Σε ποσοτικό επίπεδο, το καλοκαίρι θα πάει διακοπές το 38% των μισθωτών.
Το 22% των μισθωτών έχασε το τελευταίο έτος τη δυνατότητα να κάνει καλοκαιρινές διακοπές.
Από το σύνολο των μισθωτών μόνο το 18% μπορεί να κάνει διακοπές αυτό το καλοκαίρι πληρώνοντας χρήματα για τη διαμονή του.