Παραγωγή χιλιάδων μεγαβάτ από φωτοβολταϊκά και ηλιοθερμικά πάρκα, που θα αναπτυχθούν σε 200.000 στρέμματα «καθαρής» δημόσιας γης σε όλη την Ελλάδα δημιουργώντας σε βάθος χρόνου μέχρι και 60.000 θέσεις εργασίας, προβλέπει το επιχειρηματικό πλάνο Project Helios, όπως ονομάζεται το μεγαλόπνοο σχέδιο εξαγωγής ηλιακής ενέργειας από την Ελλάδα στη Γερμανία.
Ενα project, ίσως το μεγαλύτερο που έχει σχεδιαστεί ποτέ στην Ελλάδα, όχι μόνο στην ενέργεια αλλά σε κάθε τομέα της οικονομίας, με προϋπολογισμό άνω των 20 δισ. ευρώ αφού τόσο υπολογίζεται ότι θα κοστίσει μόνο ο εξοπλισμός (πάνελ κ.λπ.).
Tο «Χρήμα» παρουσιάζει τις βασικές παραμέτρους τoυ σχεδίου που ανέλυσε την Πέμπτη στον γερμανό υφυπουργό Οικονομίας Σ. Καπφέρερ ο υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής Γ. Παπακωνσταντίνου, το οποίο προβλέπει την παραγωγή μέχρι και 10.000 MW από ηλιακή ενέργεια, περίπου όση είναι σήμερα όλη η ηλεκτρική ισχύς της χώρας από λιγνίτη, φυσικό αέριο, πετρέλαιο και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας!
Τα έργα θα αναπτυχθούν σε έκταση 200 τετραγωνικών χιλιομέτρων (200.000 στρέμματα), απαλλαγμένη από γραφειοκρατικά και νομοθετικά εμπόδια, με διαδικασίες ολυμπιακών έργων, δηλαδή με μεθόδους fast track ώστε να παρακαμφθούν τα προβλήματα που έχουν αντιμετωπίσει παρόμοιες επενδύσεις στην Ελλάδα (απανωτές προσφυγές στο ΣτΕ κ.λπ.).
Το μερίδιο της Ελλάδας. Σύμφωνα με το σχέδιο - στο οποίο η χώρα μας θα μπορούσε να έχει μερίδιο της τάξης του 30% - η παραγόμενη ενέργεια θα εξάγεται στην Ευρώπη μέσω υποβρύχιων συνδέσεων, κατά το μοντέλο του επίσης γερμανικής εμπνεύσεως προγράμματος Desertec. Το τελευταίο αφορούσε την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με φωτοβολταϊκά στη Σαχάρα και τη μεταφορά της με υποβρύχια καλώδια στην Ευρώπη, με τη διαφορά ότι ενώ το ελληνικό Desertec υπόσχεται άμεσα αποτελέσματα, σε εκείνο παρουσιάζονται πολλά τεχνικά και πολιτικά προβλήματα, λόγω της αναταραχής στις χώρες της Βόρειας Αφρικής, και έχει «κολλήσει».
Από την πλευρά της κυβέρνησης καταβάλλεται προσπάθεια ώστε μεγάλο μέρος του εξοπλισμού να παράγεται στην Ελλάδα, είτε από τις 5 υφιστάμενες εγχώριων συμφερόντων βιομηχανίες είτε από νέες που θα ιδρυθούν (αμιγώς γερμανικές ή ελληνογερμανικές).
η διαδρομή ΤΩΝ ΔΙΚΤΥΩΝ. Τα 10.000 MW (10 GW), που αναφέρονται στο σχέδιο ως η μέγιστη δυνατή παραγωγή ενέργειας από τον ήλιο, μπορούν να παράξουν 14 τεραβατώρες ενέργειας, οι οποίες ισοδυναμούν με… 20% της ενέργειας που θα χρειάζεται η Ελλάδα για να καλύψει τις ανάγκες της το έτος 2020. Επίσης, ακόμη δεν έχει γίνει ακριβής υπολογισμός του κόστους για την ενίσχυση των υφιστάμενων δικτύων ηλεκτρισμού και τη δημιουργία νέων, σε μια απόσταση 2.500 χιλιομέτρων ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γερμανία.
Χάρτης με τη διαδρομή που θα ακολουθηθεί δεν υπάρχει - τόσο εντός Ελλάδος όσο και έξω από τα σύνορα της χώρας μέχρι τη Γερμανία - αφού ακόμη δεν έχει καθοριστεί πού θα είναι αυτά τα 200.000 στρέμματα. Η λογική είναι περίπου η εξής: υποβρύχια καλώδια θα μεταφέρουν το ρεύμα από τα εγκατεστημένα φωτοβολταϊκά της Κρήτης στην Πελοπόννησο, εκεί θα συνδέεται με το επίγειο δίκτυο και θα ακολουθεί μια διαδρομή προς τα βόρεια, διασχίζοντας όλη την Ελλάδα μέχρι τη Μακεδονία. Στα σύνορα θα ενώνεται με τα δίκτυα π.χ. της Αλβανίας, της Βουλγαρίας και των Σκοπίων και αυτά, με τη σειρά τους, θα ενώνονται π.χ. με τα δίκτυα της Ιταλίας, της Αυστρίας και της Ουγγαρίας, μεταφέροντας έτσι το ελληνικό ηλιακό ρεύμα μέχρι τα γερμανικά σύνορα.
Η αρχική εξαγγελία του σχεδίου είχε γίνει πριν από μερικούς μήνες από τον υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Ο τελευταίος πρότεινε συγκεκριμένα τη μεταφορά στην Ελλάδα του σχεδίου Desertec και μίλησε πρώτη φορά για την ανάγκη της Γερμανίας να αναπληρώσει την ενέργεια που θα χάσει από το κλείσιμο των πυρηνικών της εργοστασίων. Διότι, οι λόγοι που οι Γερμανοί ενδιαφέρονται για τον ελληνικό ήλιο σχετίζονται τόσο με την αξιοποίηση της ενεργειακής τους τεχνογνωσίας όσο κυρίως με την ανάγκη αναπλήρωσης της τροφοδοσίας σε ηλεκτρισμό από άλλες εναλλακτικές πηγές, αφού μέχρι και το 2022 έχουν πάρει την απόφαση να απεξαρτηθούν εντελώς από τα πυρηνικά. Μέχρι τότε θα πρέπει να έχει κλείσει και το τελευταίο πυρηνικό εργοστάσιο της χώρας, σύμφωνα με απόφαση της καγκελαρίου Μέρκελ, που έχει ψηφιστεί από τη γερμανική Βουλή. Εκτός από την επίλυση των προβλημάτων που απορρέουν από το κλείσιμο των πυρηνικών εργοστασίων της Γερμανίας, ένα άλλο όφελος που θα έχει το Βερολίνο αν επενδύσει στον ελληνικό ήλιο σχετίζεται με το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία στη Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη γίνεται συνεχώς ακριβότερη.
Αφετηρία το κλείσιμο των πυρηνικών εργοστασίων της Γερμανίας
Το αντάλλαγμα Το ενεργειακό σχέδιο Helios στηρίζεται στη λογική «εξαγωγή καθαρής ενέργειας από τον ευρωπαϊκό Νότο με τα πλούσια ηλιακά αποθέματα προς τα μεγάλα κέντρα κατανάλωσης του ευρωπαϊκού Βορρά που παρουσιάζουν ελλείμματα». Στο πλαίσιο αυτό θα κάνει χρήση μιας σειράς μηχανισμών που προβλέπονται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία, όπως της «στατιστικής μεταφοράς». Οδηγία του 2009 προβλέπει στατιστικού τύπου μεταβιβάσεις μεταξύ κρατών - μελών: Δηλαδή εάν ένα κράτος έχει πλεόνασμα ενέργειας σε σχέση με ένα άλλο που παράγει ελλειμματικά, να του παραχωρεί το πλεόνασμά του.
Παράλληλα, προβλέπονται κοινά έργα μεταξύ κρατών - μελών, δηλαδή μια χώρα μπορεί να χρηματοδοτήσει απευθείας ένα έργο παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ σε μια άλλη. Στην ουσία, η Ελλάδα που μετά την ολοκλήρωση του σχεδίου Helios θα έχει πλεόνασμα σε ηλιακή ενέργεια θα εξάγει το ρεύμα αυτό στη Γερμανία (ή και αλλού), και σε αντάλλαγμα, η συμφωνία θα προβλέπει ότι γερμανικές εταιρείες θα κατασκευάσουν επί ελληνικού εδάφους τα απαραίτητα δίκτυα.
Εκτός από τη Γερμανία, το ρεύμα μπορεί να αποστέλλεται και σε άλλες χώρες (π.χ., Ιταλία, όπου υπάρχει και έτοιμη υποβρύχια διασύνδεση μέσω Αδριατικής ισχύος 500 MW), ενδεχόμενο που αφήνει ανοικτό ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γ
Η αρχική εξαγγελία του σχεδίου είχε γίνει πριν από μερικούς μήνες από τον υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Ο τελευταίος πρότεινε συγκεκριμένα τη μεταφορά στην Ελλάδα του σχεδίου Desertec και μίλησε πρώτη φορά για την ανάγκη της Γερμανίας να αναπληρώσει την ενέργεια που θα χάσει από το κλείσιμο των πυρηνικών της εργοστασίων. Διότι, οι λόγοι που οι Γερμανοί ενδιαφέρονται για τον ελληνικό ήλιο σχετίζονται τόσο με την αξιοποίηση της ενεργειακής τους τεχνογνωσίας όσο κυρίως με την ανάγκη αναπλήρωσης της τροφοδοσίας σε ηλεκτρισμό από άλλες εναλλακτικές πηγές, αφού μέχρι και το 2022 έχουν πάρει την απόφαση να απεξαρτηθούν εντελώς από τα πυρηνικά. Μέχρι τότε θα πρέπει να έχει κλείσει και το τελευταίο πυρηνικό εργοστάσιο της χώρας, σύμφωνα με απόφαση της καγκελαρίου Μέρκελ, που έχει ψηφιστεί από τη γερμανική Βουλή. Εκτός από την επίλυση των προβλημάτων που απορρέουν από το κλείσιμο των πυρηνικών εργοστασίων της Γερμανίας, ένα άλλο όφελος που θα έχει το Βερολίνο αν επενδύσει στον ελληνικό ήλιο σχετίζεται με το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία στη Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη γίνεται συνεχώς ακριβότερη.
Αφετηρία το κλείσιμο των πυρηνικών εργοστασίων της Γερμανίας
Το αντάλλαγμα Το ενεργειακό σχέδιο Helios στηρίζεται στη λογική «εξαγωγή καθαρής ενέργειας από τον ευρωπαϊκό Νότο με τα πλούσια ηλιακά αποθέματα προς τα μεγάλα κέντρα κατανάλωσης του ευρωπαϊκού Βορρά που παρουσιάζουν ελλείμματα». Στο πλαίσιο αυτό θα κάνει χρήση μιας σειράς μηχανισμών που προβλέπονται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία, όπως της «στατιστικής μεταφοράς». Οδηγία του 2009 προβλέπει στατιστικού τύπου μεταβιβάσεις μεταξύ κρατών - μελών: Δηλαδή εάν ένα κράτος έχει πλεόνασμα ενέργειας σε σχέση με ένα άλλο που παράγει ελλειμματικά, να του παραχωρεί το πλεόνασμά του.
Παράλληλα, προβλέπονται κοινά έργα μεταξύ κρατών - μελών, δηλαδή μια χώρα μπορεί να χρηματοδοτήσει απευθείας ένα έργο παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ σε μια άλλη. Στην ουσία, η Ελλάδα που μετά την ολοκλήρωση του σχεδίου Helios θα έχει πλεόνασμα σε ηλιακή ενέργεια θα εξάγει το ρεύμα αυτό στη Γερμανία (ή και αλλού), και σε αντάλλαγμα, η συμφωνία θα προβλέπει ότι γερμανικές εταιρείες θα κατασκευάσουν επί ελληνικού εδάφους τα απαραίτητα δίκτυα.
Εκτός από τη Γερμανία, το ρεύμα μπορεί να αποστέλλεται και σε άλλες χώρες (π.χ., Ιταλία, όπου υπάρχει και έτοιμη υποβρύχια διασύνδεση μέσω Αδριατικής ισχύος 500 MW), ενδεχόμενο που αφήνει ανοικτό ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γ